Κυριακή 23 Απριλίου 2023

Μετανάστευση, οικονομική ανέχεια, φτώχεια.

 

Μετανάστευση, οικονομική ανέχεια, φτώχεια.

Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα ήρθε αντιμέτωπη με σοβαρά πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα,  μετά τον εμφύλιο πόλεμο, κάτι το οποίο καθυστέρησε σημαντικά την ανασυγκρότησή της και κατά προέκταση την οικονομική της κατάσταση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, όχι μόνο η χώρα να ερειπωθεί, αφού ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού επέλεγε να μεταναστεύσει σε οικονομικά καλύτερες χώρες, αλλά και όσοι έμεναν, να ζουν σε πολύ άσχημες συνθήκες. Τα φαινόμενα αυτά εντοπίζονται στις τρεις ταινίες που αναλύονται παρακάτω, οι οποίες, εφόσον γυρίστηκαν την εποχή αυτή, είναι φυσικό να την αντικατοπτρίζουν.


« Η θεία απ’ το Σικάγο»

Σκηνοθεσία - Σενάριο: Αλέκος Σακελλάριος

Έτος παραγωγής: 1957


 

  Ο Χαρίλαος, απόστρατος αξιωματικός με πολύ αυστηρές και συντηρητικές αρχές, μεγαλώνει τις τέσσερις κόρες του με... στρατιωτική πειθαρχία. Παρ' όλη την επιθυμία του να τις παντρέψει, δεν τις αφήνει πουθενά μόνες, με αποτέλεσμα να μην τις πλησιάζει άνδρας. Η σύζυγός του, Ευτέρπη, αλλά και ο φίλος του και γείτονας Ξενοφών, καταβάλλουν αξιοσημείωτες προσπάθειες να τον πείσουν να αλλάξει τακτική, εκείνος όμως επιμένει στην πολύ συντηρητική συμπεριφορά του. Όταν, όμως, η συζήτηση φτάνει στην ευκατάστατη και από χρόνια ξενιτεμένη στο Σικάγο των ΗΠΑ (και πλέον χήρα) αδελφή του Καλλιόπη, τα πάντα ανατρέπονται. Εκείνη επιστρέφει στην Αθήνα και αναλαμβάνει να εκσυγχρονίσει το σπίτι του στρατηγού, όπως και να βοηθήσει τα τέσσερα κορίτσια να αποκατασταθούν. Χάρη σε ευφυέστατα, όσο και ριψοκίνδυνα, τεχνάσματα, πετυχαίνει σύντομα το σκοπό της και η μία μετά την άλλη, οι κοπέλες χορεύουν τον χορό του Ησαΐα. Το κύριο τέχνασμά της, και αυτό που αργότερα αντιγράφει και η υπόλοιπη γειτονιά, είναι το κόλπο με το κανάτι. Ουσιαστικά, χαζεύουν από το μπαλκόνι του σπιτιού τους περαστικούς, που εκείνη την ώρα επιστρέφουν από τις δουλειές τους. Μόλις η ανιψιά εντοπίσει κάποιον που της αρέσει εμφανισιακά, η Καλλιόπη ρίχνει από το μπαλκόνι μία στάμνα γεμάτη νερό με σκοπό να σκάσει στο οδόστρωμα μπροστά του. Πράγματι, πετυχαίνει τον στόχο της και μεσολαβεί προκειμένου ο συγκεκριμένος περαστικός, να γνωριστεί καλύτερα με την ανιψιά της, την ίδια κιόλας στιγμή.

 

«Μανταλένα»

Σκηνοθεσία: Ντίνος Δημόπουλος

Σενάριο: Γεώργιος Ρούσσος

Έτος παραγωγής: 1960

 


    Ο καπετάν Κοσμάς Χαρίδημος μαζί με την κόρη του Μανταλένα, κάνουν μεταφορές από το Ασπρονήσι στο απέναντι νησί, έχουν όμως να συναγωνιστούν το καΐκι του Γεωργάρα και του γιου του Λάμπη. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, η Μανταλένα βρίσκεται σε δύσκολη θέση καθώς έχει να θρέψει τα έξι αδέλφια της. Αποφασίζει να δουλέψει μόνη της το καΐκι, αλλά κανένας δεν εμπιστεύεται μια καπετάνισσα. Ο παπα Φώτης αποφασίζει να τη βοηθήσει με ένα έξυπνο τέχνασμα την ημέρα των Φώτων. Η Μανταλένα θα πιάσει το Σταυρό και όλοι αρχίζουν να ταξιδεύουν με τη βάρκα της. Αρχίζει να ερωτεύεται το Λάμπη. Τα πράγματα, όμως, θα χειροτερέψουν και πάλι, όταν ο Γεωργάρας αγοράζει βενζινοκίνητη βάρκα και όλο το χωριό είναι ενθουσιασμένο. Η Μανταλένα, θλιμμένη, γνωρίζει πως τώρα η πελατεία της θα χαθεί. Η πείνα αρχίζει πάλι να κάνει την εμφάνισή της στο σπίτι της, αλλά εκείνη δεν δέχεται ποτέ ελεημοσύνες. Έπειτα, ως ύστατη λύση, σκέφτεται να πουλήσει το σπίτι για να πάρει κι αυτή βενζινοκίνητη βάρκα. Παράλληλα, αρνείται να παντρευτεί απλά για τα λεφτά τον Γιακουμή, που την πολιορκεί καιρό. Η μοίρα, όμως, της παίζει άδικο παιχνίδι, καθώς το σπίτι της καίγεται από το καντηλάκι του πατέρα της. Η Μανταλένα αναγκάζεται να δεχτεί να παντρευτεί το Γιακουμή. Στο γλέντι, ο Λάμπης της ζητά να χορέψουν και εκεί της αποκαλύπτει πόσο πολύ την αγαπά. Τελικά, η αγάπη νικάει.  Η ταινία τελειώνει πάλι στο λιμανάκι, εκεί όπου άρχισε, με το ζευγάρι Μανταλένας και Λάμπη και τις  δύο οικογένειες μονιασμένες.

 


« Το κλωτσοσκούφι»

Σκηνοθεσία: Ντίνος Δημόπουλος

Σενάριο: Αλέκος Σακελλάριος, Χρήστος Γιαννακόπουλος

Έτος παραγωγής: 21 Μαρτίου 1960



Μια πολύ φτωχή αλλά  χαριτωμένη κοπέλα, η Μαίρη, γνωστή  και με το παρατσούκλι «το κλωτσοσκούφι», δεν μπορεί να στεριώσει σε καμιά δουλειά, επειδή την παρενοχλούν τα αφεντικά της. Στην απελπισία της, καταφεύγει στον εφοπλιστή Τζώρτζη Βέγγελη  και τον παρακαλάει να τη στείλει στην Αυστραλία, όπου μένει ένας θείος της. Ο Τζώρτζης καταγοητεύεται από τη σπιρτάδα και την ομορφιά της Μαίρης και υπόσχεται να τη βοηθήσει. Όμως, μια σειρά συμπτώσεων δεν του επιτρέπουν να τηρήσει την υπόσχεσή του και η άμοιρη κοπέλα ξαναπαίρνει τους δρόμους. Ο Τζώρτζης δεν μπορεί να τη βγάλει απ’ το μυαλό του, την αναζητά, τη βρίσκει και παρά τις αντιρρήσεις των δικών του, τη συνοδεύει ο ίδιος σ’ ένα ταξίδι, όχι όμως για την Αυστραλία, αλλά για το μήνα του μέλιτος.

Και από τις τρεις ταινίες παίρνουμε στοιχεία που σχετίζονται με το θέμα της εργασίας μας. «Μετανάστευση, οικονομική ανέχεια και φτώχεια». Στην ταινία Η θεία απ’ το Σικάγο διακρίνεται αντίστροφα το φαινόμενο της μετανάστευσης, καθώς η θεία Καλλιόπη επιστρέφει από το Σικάγο στη γενέτειρά της, χήρα πια, για να ζήσει με την οικογένεια του αδελφού της. Αντιθέτως, στην ταινία Η Μανταλένα φαίνεται η οικονομική ανέχεια και η φτώχεια από το γεγονός πως η οικογένεια της Μανταλένας ήταν άπορη και τα μέλη της επιβίωναν με μεγάλη δυσκολία. Και τα τρία αυτά, όμως, στοιχεία διακρίνονται έντονα στην ταινία Το κλωτσοσκούφι, καθώς η κεντρική ηρωίδα ζει κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες με λιγοστά χρήματα και ως μόνη λύση βλέπει τη μετανάστευση στην Αυστραλία.


Αν και οι συνθήκες που ωθούν τους Έλληνες του σήμερα είναι διαφορετικές από αυτές της Ελλάδας του ΄50 και του ΄60, οι ομοιότητες είναι αρκετές. Το κύριο στοιχείο που παραμένει ίδιο είναι οι μεγάλες οικονομικές δυσκολίες και η απαισιοδοξία των Ελλήνων για την οικονομική κατάσταση της χώρας μας. Αυτό το φαινόμενο έχει ως συνέπεια πολλοί νέοι να μεταναστεύουν ή να έχουν ως σκοπό να φύγουν στο εξωτερικό για να βρουν καλύτερες συνθήκες εργασίας, όπως παρατηρείται και παλιότερα. Η διαφορά στις μέρες μας είναι ότι οι περισσότεροι που μεταναστεύουν στο εξωτερικό είναι επιστήμονες που αδυνατούν να βρουν δουλειά στη χώρα μας, ενώ στις παλαιότερες δεκαετίες οι μετανάστες ήταν κυρίως εργάτες ή εργαζόμενοι σε δύσκολες χειρωνακτικές εργασίες. Το πρόβλημα, όμως, είναι το ίδιο. Χιλιάδες Έλληνες επιλέγουν το δύσκολο δρόμο της μετανάστευσης και χωρίζονται από τις οικογένειές τους. Η πατρίδα μας χάνει ένα πολύτιμο κεφάλαιο και συρρικνώνεται πληθυσμιακά. Το φαινόμενο αυτό πρέπει να σταματήσει με τα κατάλληλα μέτρα, τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης και την καταπολέμηση της ανεργίας.

Θανάσης Μπιτζάνης, Στέλλα Παπαχρήστου, Αλεξάνδρα Πετσινάρη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η μαγεία του παλιού ελληνικού κινηματογράφου

  Η μαγεία του παλιού ελληνικού κινηματογράφου Είτε ασπρόμαυρες είτε έγχρωμες οι ταινίες του ΄50 και του ΄60, ιδιαίτερα οι κωμωδίες, είναι σ...